Αρκεί η ανακύκλωση σε έναν «πλαστικό» κόσμο;

Η Αγγλία είναι η τελευταία χώρα στην οποία ανακοινώθηκε πρόσφατα πως θα ξεκινήσει ένα πρόγραμμα επιστροφής για πλαστικές φιάλες, με στόχο τον περιορισμό στη χρήση του πλαστικού, ακολουθώντας το παράδειγμα δεκάδων άλλων ευαισθητοποιημένων με περιβαλλοντικά ζητήματα χωρών. Όμως με τη χρήση του πλαστικού να έχει εκτοξευθεί τις τελευταίες δεκαετίες, πολλοί επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας την ανησυχητική διαπίστωση ότι η ανακύκλωση ίσως να μην είναι αρκετή για να περιορίσει το μέγεθος της καταστροφής.   Από τότε που η ανθρωπότητα ξεκίνησε να κατασκευάζει πολυμερή για τη δημιουργία πλαστικού σε μεγάλη κλίμακα τη δεκαετία του 1950, αυτό το υποπροϊόν της πετροχημικής βιομηχανίας, που χρησιμοποιεί περίπου το 6% του συνόλου του πετρελαίου που εξάγεται σε ένα χρόνο, έχει εξαπλωθεί σε πολλαπλές παραγωγικές διαδικασίες. Το πλαστικό εντοπίζεται πλέον παντού και είναι αδύνατο να αποφευχθεί η χρήση του. Χρησιμοποιείται στην κατασκευή ρούχων, σε χρηστικά σκεύη και μπουκάλια, στις ηλεκτρονικές συσκευές, στους δίσκους και στα χρώματα. Τα αυτοκίνητά μας εξαρτώνται από το πλαστικό, όσο και οι υπολογιστές μας, οι στέγες των κτιρίων και οι σωλήνες αποστράγγισης. Είναι το παγκόσμιο υλικό που επιλέγεται για τη δημιουργία συσκευασιών για όλα τα προϊόντα του εμπορίου. Παράλληλα ξαπλώνουμε καθημερινά σε αυτό, αφού τα στρώματα κατασκευάζονται από πλαστικά υλικά μεταξύ άλλων, το φορούμε και είμαστε σε άμεση σωματική επαφή μαζί του με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο κάθε στιγμή. Μπορεί η εφεύρεση του πλαστικού να έχει σημειώσει βαθιά κοινωνικά οφέλη ανά τα χρόνια, όμως το πιο επιτυχημένο από όλα τα ανθρωπογενή υλικά μπορεί να μείνει αναλλοίωτο στο περιβάλλον ακόμη και για αιώνες. Όταν εκτίθεται στο ηλιακό φως, το οξυγόνο ή τη δράση των κυμάτων της θάλασσας, δεν είναι βιοδιασπώμενο, αλλά θρυμματίζεται σε όλο και μικρότερα κομμάτια, μέχρι αυτά να μετατραπούν σε μικροσκοπικά σωματίδια, ακόμα και νανο-μεγέθους, που μεταφέρονται στην τροφική αλυσίδα, στον αέρα, στο χώμα και στο νερό που πίνουμε. Από τηλεοπτικές σειρές ντοκιμαντέρ και μια σειρά επιστημονικών μελετών, το ευρύ κοινό γνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο οι ωκεανοί μολύνονται διαρκώς από το πλαστικό, όμως εξακολουθούμε ακόμη να έχουμε περιορισμένες γνώσεις σχετικά με το πως επηρεάζεται η υγεία του ανθρώπου από τις συνθετικές χημικές ουσίες και τα πρόσθετα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν στο πλαστικό τις ιδιότητές του. Κατά ανησυχητικό τρόπο, τα τελευταία χρόνια έχουν βρεθεί ίχνη πλαστικού σε ένα εξαιρετικά ευρύ φάσμα βρώσιμων και πόσιμων προϊόντων, όπως το μέλι και η ζάχαρη, τα οστρακοειδή, το εμφιαλωμένο νερό και το νερό βρύσης, η μπύρα, τα επεξεργασμένα τρόφιμα, το επιτραπέζιο αλάτι και τα αναψυκτικά. Σε μία επιστημονική μελέτη, το 95% των ενηλίκων που ελέγχθηκαν στις ΗΠΑ βρέθηκε πως διατηρούσαν ίχνη από την καρκινογόνο χημική δισφαινόλη Α στα ούρα τους. Σε μια άλλη μελέτη, το 83% των δειγμάτων νερού βρύσης στα οποία διεξήχθη έλεγχος σε επτά διαφορετικές χώρες, βρέθηκε πως περιείχε πλαστικές μικροΐνες. Μια ακόμη πρόσφατη μελέτη αποκάλυψε πως περισσότερο από το 90% των δειγμάτων εμφιαλωμένου νερού από 11 διαφορετικές μάρκες είχε μολυνθεί από το πλαστικό στα μπουκάλια του. Επιπλέον, σε έλεγχο της ποιότητας του νερού του ποταμού Tame στο Μάντσεστερ στις αρχές του 2018 βρέθηκε πως κάθε κυβικό μέτρο νερού του περιείχε 517.000 σωματίδια πλαστικού, ποσότητα σχεδόν διπλάσια από την υψηλότερη συγκέντρωση που μετρήθηκε ποτέ σε όλο τον κόσμο. Η επιστημονική κοινότητα όμως, όσο περισσότερο ερευνά το ζήτημα, τόσο περισσότερα ίχνη πλαστικού εντοπίζει και στο ανθρώπινο σώμα. Οι ίδιοι επιστήμονες που έθεσαν ζήτημα περιβαλλοντικού συναγερμού σχετικά με την ατμοσφαιρική ρύπανση των θανατηφόρων σωματιδίων που εκπέμπονται από πετρελαιοκίνητα οχήματα, εντοπίζουν τώρα τα πλαστικά μικροσωματίδια ακόμα και στα τρόφιμα που καταναλώνουμε καθημερινά. Η εσωτερική πλαστική ρύπανση μπορεί να είναι ακόμη χειρότερη από ό, τι σε εξωτερικούς χώρους, μιας που ένα απλό πλύσιμο ενός χειροποίητου υφάσματος μπορεί να απελευθερώσει χιλιάδες μικροΐνες στον αέρα. Σε ένα πρόσφατο workshop στο Ηνωμένο Βασίλειο που συγκλήθηκε από τον όμιλο Common Seas, 30 επιστήμονες και γιατροί συνέκριναν τα μέχρι τώρα επιστημονικά ευρήματα και συμφώνησαν ομόφωνα ότι το πλαστικό βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε ό,τι τρώμε, πίνουμε και αναπνέουμε και αποτελεί μια σημαντική και αυξανόμενη απειλή για την ανθρώπινη υγεία. Αν μπορούμε να αναπνεύσουμε αυτά τα μικροσωματίδια και τα νανο-μεγέθη σωματιδίων και ινών, οι επιστήμονες εικάζουν ότι είναι πιθανό να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος, στον πνευμονικό ιστό και στο μητρικό γάλα ή να κατανεμηθούν στο έντερο και το αναπνευστικό σύστημα. Ορισμένα μικροσωματίδια μπορούν να εισέλθουν στο σώμα χωρίς να προκαλέσουν βλάβη, άλλα δεν αποκλείεται να καταστούν επικίνδυνα για την υγεία μελλοντικά. Πολλοί επιστήμονες μάλιστα υποψιάζονται ότι είναι καρκινογόνοι παράγοντες ή μπορούν να προκαλέσουν ορμονικές διαταραχές. Η επιστημονική κοινότητα συμφωνεί μέχρι στιγμής ότι τα δεδομένα που έχουμε στα χέρια μας για το πως τα μικροπλαστικά επηρεάζουν την ανθρώπινη υγεία είναι πολύ λίγα και ότι χρειαζόμαστε μια εντατικοποίηση της έρευνας γύρω από αυτά. Δεν γνωρίζουμε τι κίνδυνο διατρέχουμε όταν πίνουμε μολυσμένο εμφιαλωμένο ή νερό βρύσης καθημερινά. Δεν γνωρίζουμε πόσο καταναλώνουμε ή αναπνέουμε ή ποια είναι η επίδραση της έκθεσης σε επικίνδυνα πλαστικά σωματίδια τα τελευταία χρόνια. Δεν γνωρίζουμε τις συγκεντρώσεις που είναι ασφαλείς για ενήλικες, πόσο μάλλον για βρέφη. Υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία ότι τα μερικώς μελετημένα μέχρι στιγμής μικροπλαστικά σωματίδια απειλούν την υγεία μας, παρουσιάζοντας μια ενδεχομένως σημαντική πηγή τοξικών χημικών ουσιών στο ανθρώπινο σώμα. Αν και γνωρίζουμε εδώ και χρόνια ότι μερικά από τα χημικά που χρησιμοποιούνται για να κάνουν τα πλαστικά εύκαμπτα, διαφανή ή ανθεκτικά είναι επικίνδυνα, λίγα από αυτά έχουν δοκιμαστεί πραγματικά στον άνθρωπο. Ορισμένες χώρες έχουν απαγορεύσει συγκεκριμένες χημικές ουσίες, όμως δεν υπάρχει συνέπεια και οι εταιρείες παρασκευής χημικών συστατικών αποφεύγουν εύκολα τέτοιου είδους νομικές ρυθμίσεις, βρίσκοντας εξίσου επικίνδυνα υποκατάστατα. Το συμπέρασμα στο οποίο έχει έρθει μέχρι στιγμής η επιστημονική κοινότητα είναι ότι δεν αρκεί να ξεχωρίσουμε, να ανακυκλώσουμε ή να απαγορεύσουμε τα πλαστικά μπουκάλια, τα ποτήρια καφέ μιας χρήσης ή τα μικροσφαιρίδια (microbeads) που βρίσκονται στα καλλυντικά που χρησιμοποιούμε. Ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης για τη διαχείριση και τον περιορισμό του πλαστικού κρίνεται απαραίτητο. Η απαγόρευση της πλαστικής σακούλας και των συσκευασιών μιας χρήσης χαρακτηρίζεται σίγουρα ως μια καλή αρχή, όμως είναι σαφώς ανεπαρκής. Η παραγωγή πλαστικών πρέπει να μειωθεί, ακριβώς όπως πρέπει να ενθαρρυνθούν οι εναλλακτικές λύσεις και η σταδιακή κατάργηση ολόκληρων ομάδων ανησυχητικών χημικών ουσιών. Τέλος, είναι απαραίτητη η παροχή βοήθειας και ενημερωτικού υλικού στους καταναλωτές, ώστε να κατανοήσουν σε τι υλικά εκτίθενται και να εκπαιδευτούν στο πως ανακυκλώνουμε συγκεκριμένα υλικά, πως κομποστοποιούμε οργανικά απόβλητα και τι μπορούμε να κάψουμε. Τη δεκαετία του ’50, ο κόσμος κατασκεύαζε περίπου 2 εκατομμύρια τόνους πλαστικού το χρόνο. Σήμερα, ο αριθμός αυτός αγγίζει τα 330 εκατομμύρια τόνους ετησίως – και πρόκειται να τριπλασιαστεί και πάλι μέχρι το 2050. Μια αλλαγή στον τρόπο που διαχειριζόμαστε το πλαστικό κρίνεται απαραίτητη, αλλιώς η ανθρωπότητα κινδυνεύει να βρεθεί έκθετη σε ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους που δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί όταν ανακάλυψε τους τρόπους επεξεργασίας του υλικού.     tvxs.gr

Σχετικές δημοσιεύσεις

WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com