Το μήνυμα Γιούνκερ περί εισόδου της Ελλάδας σε «μια νέα εποχή με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις απέναντι στην ευρωζώνη» και μια δήλωση Τσακαλώτου στους Financial Times για… κατά τι ενισχυμένη μεταμνημονιακή εποπτεία σε σχέση με εκείνη της Πορτογαλίας και της Κύπρου άνοιξαν ξανά την συζήτηση για το τί ακριβώς σημαίνει «καθαρή έξοδος».
Στην πραγματικότητα, απάντηση εξ ορισμού δεν υφίσταται. Οι όροι και η μορφή της εξόδου είναι ακριβώς το ένα από τα τρία θεμελειώδη ζητήματα που έχουν ανοίξει αυτήν την στιγμή στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Τα άλλα δύο είναι το χρέος και το στρατηγικό αναπτυξιακό πρόγραμμα, και είναι προφανές ότι και οι τρεις αυτές παράμετροι αλληλεπιδρούν στην διαμόρφωση του τελικού πακέτου της συμφωνίας.
Υφίστανται όμως τρία δεδομένα: Το πρώτο είναι πως «καθαρή έξοδος» – όπως τουλάχιστοπν την προσδιόρισαν χθες τόσο ο Αλεξης Τσίπρας όσο και ο Ζαν Κλοντ Γιύνκερ – με πιστοληπτική γραμμή στήριξης δεν νοείται. Το δεύτερο είναι οι απόλυτοι αριθμοί και το ύψος των χρεών, που μιλούν από μόνοι τους για τις διαφορές μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Πορτογαλίας. Και το τρίτο είναι ο κανονισμός 472/2013 της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελεί και το μοναδικό επίσημο… manual για το πλαίσιο εποπτείας των χωρών που εξέρχονται από προγράμματα διάσωσης.
Η Πορτογαλία, η Κύπρος και η Ελλάδα
Αυτοί οι αριθμοί, δε, και αυτό το «manual» ίσως μπορούν να δώσουν ένα πρώτο πλαίσιο του μέγιστου βαθμού «καθαρότητας» που μπορεί να έχει η έξοδος της Ελλάδας από τα Μνημόνια – ήτοι, του πόσο αυστηρή, ή λιγότερο αυστηρή, θα είναι η εποπτεία από τους θεσμούς μετά τον επόμενο Αύγουστο.
Σε ό,τι αφορά τους αριθμούς, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος, εξήλθαν όλες από ένα και μοναδικό Μνημόνιο. Η Ελλάδα εξέρχεται από τρία Μνημόνια. Τα μνημονιακά δάνεια της Πορτογαλίας ήταν 78 δις ευρώ, της Ιρλανδίας 85 δις, της Κύπρου 10 δις (εκ των οποίων πήρε μόνον τα 7,5) και της Ελλάδας 301,9 δις ευρώ.
Η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος βγαίνοντας από το Μνημόνιο εισήλθαν σ’ ένα καθεστώς ήπιας εποπτείας, με ελέγχους δύο φορές τον χρόνο, σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού 472. Ο κανονισμός 472 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δημιουργήθηκε το 2013, μετά την κρίση χρέους στην ευρωζώνη, και ως βασική του αρχή έχει την πρόβλεψη πως όλες οι χώρεςε που εξέρχονται από προγράμματα διάσωσης τελούν υπό εποπτεία έως ότου αποπληρωθεί τουλάχιστον το 75% των δανείων που έλαβαν. Για την Ελλάδα, η μετάφραση αυτού του ποσοστού σε απόλυτους αριθμούς είναι ακόμη σχετική, καθώς υπόκειται στην – επίσης υπό διαπραγμάτευση διευθέτηση του χρέους.
Το άρθρο 14, μεταξύ άλλων, προβλέπει επίσης τα εξής:
Το άρθρο 14 του κανονισμού 472
- «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, έπειτα από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να παρατείνει τη διάρκεια της άσκησης εποπτείας μετά το πρόγραμμα σε περίπτωση που εξακολουθεί να υπάρχει κίνδυνος για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα του οικείου κράτους-μέλους».
- «Η Επιτροπή πραγματοποιεί, σε συνεννόηση με την ΕΚΤ, τακτικές αποστολές επιθεώρησης στο κράτος-μέλος υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα, προκειμένου να εκτιμήσει την οικονομική, δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική του κατάσταση. Κοινοποιεί ανά εξάμηνο την εκτίμησή της στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στην ΟΔΕ, καθώς και στο κοινοβούλιο του οικείου κράτους-μέλους, και εκτιμά ειδικότερα αν χρειάζονται διορθωτικά μέτρα».
- «Το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να συστήσει σε κράτος μέλος υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα να λάβει διορθωτικά μέτρα. Η πρόταση της Επιτροπής θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο, εκτός αν το Συμβούλιο αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να την απορρίψει μέσα σε 10 ημέρες από την έγκρισή της από την Επιτροπή».