Ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής τοποθετήθηκε η Βουλευτής Λασιθίου ΠΑΣΟΚ, κα Κατερίνα Σπυριδάκη, ενόψει της συζήτησης του Νομοσχεδίου του Υπουργείου Υγείας με θέμα: “ Ρυθμίσεις για την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και την παρακολούθηση και αξιολόγηση της φαρμακευτικής δαπάνης”. Η κα Σπυριδάκη εξαπέλυσε δριμεία κριτική στην κυβερνητική πολιτική για το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ), αναδεικνύοντας τις διαχρονικές ελλείψεις του συστήματος, τη συνεχιζόμενη υποστελέχωση, την υποχρηματοδότηση και την ανάγκη για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θα αποκαταστήσουν τη δημόσια υγεία ως θεμελιώδες δικαίωμα.
«Το Εθνικό Σύστημα Υγείας δεν είναι απλά μια κρατική δομή, δεν είναι ένα νούμερο στον προϋπολογισμό, αλλά είναι η θεμελιώδης λίθος του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας. Είναι ο καθρέφτης του πώς αντιλαμβανόμαστε την κοινωνική δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη και την ευθύνη μας απέναντι στους πολίτες», δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ότι η κυβερνητική πολιτική «όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά αγνοεί σκοπίμως ή μη τα θεμελιώδη προβλήματα που διαλύουν το ΕΣΥ».
Η Βουλευτής εστίασε στην έλλειψη στρατηγικής για την αντιμετώπιση της υποστελέχωσης, ιδιαίτερα στις περιφέρειες και τα νησιά, τονίζοντας επιπλέον ότι «η δημόσια δαπάνη υγείας ανέρχεται στο 5,8% του ΑΕΠ, την ώρα που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 7,5%. Γιατροί και νοσηλευτές εργάζονται εξαντλημένοι, ενώ οι πολίτες περιμένουν μήνες για ένα ραντεβού».
Το θέμα της παράτασης παραμονής των γιατρών που έχουν συμπληρώσει το εξηκοστό έβδομο έτος έθιξε η κα Σπυριδάκη, ένα μέτρο που θεσπίστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και εξακολουθεί πλέον να εφαρμόζεται. «Αποτελεί, άραγε, την παραδοχή ότι συνεχίζουμε να είμαστε σε έκτακτη ανάγκη στο ΕΣΥ; Αποτελεί παραδοχή ότι δεν κάνατε όσα έπρεπε να κάνετε για να αποφύγουμε αυτή την κατάσταση; Ή είναι πολιτική επιλογή η μονιμοποίηση των μέτρων έκτακτης ανάγκης;» αναρωτήθηκε η κα Σπυριδάκη. Τόνισε, ωστόσο, ότι η συνέχιση αυτού του μέτρου, πρέπει να εφαρμόζεται δίκαια και με βάση τις πραγματικές ανάγκες των δομών υγείας.
Η Βουλευτής επεσήμανε ότι αποφάσεις για παρατάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται από την Επιστημονική Έπιτροπή κάθε νοσοκομείου, που είναι σε θέση να εκτιμήσει καλύτερα τις τοπικές ανάγκες, και όχι από το Υπουργείο. «Πώς εξαιρούνται συγκεκριμένες ειδικότητες; Πολύ φοβάμαι πως και αυτό το μέτρο θα εργαλειοποιηθεί από το Υπουργείο σας» συμπλήρωσε. Επιπρόσθετα, έθεσε μία σημαντική προϋπόθεση για αυτό το μέτρο τονίζοντας ότι «προϋπόθεση είναι η προκήρυξη της θέσης να γίνεται εντός εξαμήνου. Εάν οι θέσεις παραμένουν άγονες ή μέχρι να ολοκληρωθεί η πρόσληψη ενός νέου γιατρού, τότε μόνο να δίνεται η παράταση, εξασφαλίζοντας τη λειτουργικότητα του συστήματος χωρίς αδικίες».
Στην ομιλία της, η Βουλευτής Λασιθίου, κα Κατερίνα Σπυριδάκη, έθεσε καίρια ερωτήματα σχετικά με τη μετατροπή των νοσοκομείων σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. «Η μετατροπή των νοσοκομείων σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου αφήνει πολλά ερωτηματικά. Μήπως με αυτόν τον τρόπο θα διευρυνθούν περισσότερο οι ανισότητες στην Υγεία; Όταν ο ΕΟΠΥΥ χρηματοδοτεί τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, ενώ δεν δίνει χρήματα στα νοσοκομεία που είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, δεν υφίσταται μία ανισότητα; Δεν δημιουργούνται δομές δύο ταχυτήτων;» αναρωτήθηκε, θέτοντας ευθέως το ζήτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Η Βουλευτής υπογράμμισε ότι αυτή η πολιτική επιλογή οδηγεί σε μια κοινωνία όπου η περιφέρεια και οι ευάλωτες ομάδες δεν θα έχουν ίσα δικαιώματα στη δημόσια δωρεάν υγεία. «Και πού μας οδηγεί αυτό; Σε μία κοινωνία των ελίτ, σε μία κοινωνία όπου η περιφέρεια δεν θα έχει ίσα δικαιώματα στη δημόσια δωρεάν υγεία, σε μία κοινωνία όπου οι πολλοί θα πληρώνουν ακριβά για το ελάχιστο. Αυτή είναι η Ελλάδα που ονειρευόμαστε; Μία χώρα που αποτυγχάνει να διασφαλίσει ίση πρόσβαση σε ένα τόσο θεμελιώδες αγαθό, όπως είναι η υγεία;» διερωτήθηκε, καλώντας την Κυβέρνηση να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά.
Η κα Σπυριδάκη, κατά την ομιλία της, ανέδειξε την ανησυχητική πραγματικότητα που αποκαλύπτουν οι πρόσφατες προκηρύξεις για μόνιμες θέσεις ιατρών στα νοσοκομεία της Κρήτης και ιδιαίτερα του Νομού Λασιθίου. «Από τις τριάντα θέσεις που προκηρύχθηκαν, μόνο για τις έντεκα υπήρξε ενδιαφέρον και τελικά καλύπτονται μόνο οι οκτώ. Τρανταχτό παράδειγμα της αποτυχίας σας αποτελεί η κατάσταση στα νοσοκομεία του Νομού Λασιθίου. Από τις δεκατέσσερις θέσεις μόνιμων ιατρών που προκηρύχθηκαν πρόσφατα στα νοσοκομεία του νομού, κατατέθηκαν μόλις δύο αιτήσεις», τόνισε, χαρακτηρίζοντας τα πολυδιαφημισμένα κίνητρα της Κυβέρνησης ως «ανεπαρκή και εκτός πραγματικότητας».
Η Βουλευτής επισήμανε ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι απλώς αποτέλεσμα λανθασμένων πολιτικών, αλλά μιας επαναλαμβανόμενης αποτυχίας να δημιουργηθούν κατάλληλες συνθήκες εργασίας. «Ο ίδιος φαύλος κύκλος ξανά και ξανά: ελλείψεις, εξάντληση του υπάρχοντος προσωπικού, μία συνεχιζόμενη απροθυμία να δημιουργηθούν κατάλληλες συνθήκες εργασίας που θα κρατήσουν τους γιατρούς μας στο ΕΣΥ και θα προσελκύσουν και νέους», ανέφερε.
Η κα Σπυριδάκη κατηγόρησε την Κυβέρνηση ότι είτε αγνοεί τη σοβαρότητα της κατάστασης είτε σκοπίμως αποδυναμώνει το ΕΣΥ προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων. «Το Λασίθι, με τις τεράστιες ελλείψεις και τις άγονες προκηρύξεις, φανερώνει ότι η Κυβέρνηση είτε δεν αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα της κατάστασης είτε σκόπιμα επιλέγει να αποδυναμώσει το ΕΣΥ προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων. Και στις δύο περιπτώσεις είστε επικίνδυνοι», σημείωσε, στέλνοντας σαφές μήνυμα για την ανάγκη άμεσης δράσης.
«Οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία μας που παλεύουν καθημερινά κάτω από αντίξοες συνθήκες και η τοπική κοινωνία που στέκεται στο πλευρό τους απαιτούν επιτέλους πράξεις που να αντικατοπτρίζουν την αξία της υγείας ως δημόσιο αγαθό και όχι ως εμπόρευμα πολυτελείας», τόνισε, καλώντας σε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό με οικονομικά, επαγγελματικά και επιστημονικά κίνητρα, καθώς και αποτελεσματική διαχείριση πόρων.
Η φαρμακευτική πολιτική στη χώρα μας βρίσκεται σε αδιέξοδο, με το βάρος της αποτυχίας να μεταφέρεται άδικα στους πολίτες. «Τα νούμερα μιλάνε από μόνα τους», τόνισε η Βουλευτής. «Η συνολική φαρμακευτική δαπάνη για το 2023 ανέρχεται στα 7,1 δισεκατομμύρια ευρώ, από 5,6 δισεκατομμύρια το 2021, σημειώνοντας αύξηση κατά 65% τα τελευταία έντεκα χρόνια». Παρόλο που οι τιμές των φαρμάκων φαίνονται σταθερές, η κα Σπυριδάκη υπογράμμισε ένα “παιχνίδι” που βασίζεται στις τιμές αναφοράς, σημειώνοντας: «Μειώνεται η τιμή της δραστικής ουσίας, ενώ η εμπορική τιμή του φαρμάκου αυξάνεται. Τη διαφορά αυτή επιβαρύνεται ο ασφαλισμένος, που συχνά καταλήγει να πληρώνει πολλαπλάσια συμμετοχή».
Η Βουλευτής ανέδειξε το σοβαρό ζήτημα των αποζημιούμενων φαρμάκων, σημειώνοντας ότι το κόστος για τον ασθενή μπορεί να εκτοξευθεί. «Για παράδειγμα, ένα αποζημιούμενο σκεύασμα που κοστίζει 100 ευρώ με συμμετοχή 25% του ασθενούς, μπορεί να τον αναγκάσει να πληρώσει 60 ή και 70 ευρώ. Ακόμη και φάρμακα που θεωρούνται μηδενικής συμμετοχής, όπως αυτά που παίρνουν οι καρκινοπαθείς, συχνά απαιτούν πληρωμή», επισήμανε, καταθέτοντας σχετικά στοιχεία στα Πρακτικά.
Η Βουλευτής Λασιθίου του ΠΑΣΟΚ, κα Κατερίνα Σπυριδάκη, κλείνοντας την ομιλία της, αναφέρθηκε στην τροπολογία που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, επισημαίνοντας τη σημασία της ως πράξη δικαιοσύνης. «Ζητάμε την ένταξη του νοσηλευτικού προσωπικού και των πληρωμάτων ασθενοφόρων του ΕΚΑΒ στον πίνακα των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων. Πρόκειται για ανθρώπους που καθημερινά ρισκάρουν τη ζωή και την υγεία τους για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην κοινωνία», δήλωσε, καλώντας την Κυβέρνηση να δείξει συναίνεση και να στηρίξει αυτή την πρωτοβουλία. «Μιλάμε για μία πρόταση που δεν είναι απλά νόμος, είναι μία πράξη δικαιοσύνης. Είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για να δείξουμε ότι η προσφορά αναγνωρίζεται και η πολιτεία στέκεται δίπλα σε αυτούς που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή», υπογράμμισε.
Ωστόσο, η κα Σπυριδάκη τόνισε πως το Εθνικό Σύστημα Υγείας δεν μπορεί να σωθεί μόνο με μία τροπολογία. «Το ΕΣΥ θέλει όραμα, θέλει σχέδιο, θέλει δέσμευση, θέλει μία Κυβέρνηση που να πιστεύει πραγματικά στη δύναμη της δωρεάν και δημόσιας υγείας», ανέφερε χαρακτηριστικά, καταλήγοντας με μία διαπίστωση: «Δυστυχώς, από ό,τι φοβάμαι και από ό,τι φαίνεται, η Κυβέρνηση αυτή δεν είναι η δική σας».