«Ένιωσα ότι μπαίνω σε παλάτι», λέει όταν θυμάται το πρώτο του βράδυ εδώ. «Γιατί πριν ζούσα μέσα σε κλουβί». Μοιράζεται αυτό το καθαρό και τακτοποιημένο τριάρι στο κέντρο της Αθήνας μαζί με άλλους δύο συγκατοίκους. Ηλικιακά τούς χωρίζουν αρκετά χρόνια. Έχουν όμως παρόμοιο παρελθόν: Όλοι τους είχαν διαπράξει κάποιο αδίκημα και είχαν βρεθεί μέχρι πρόσφατα στη φυλακή. Πλέον διαμένουν προσωρινά σε αυτόν τον ξενώνα αποφυλακισμένων. Είναι μια ενδιάμεση στάση μετά τον εγκλεισμό στην πορεία τους για επανένταξη. Το απόγευμα της περασμένης Τετάρτης, οι τρεις συγκάτοικοι μόλις είχαν επιστρέψει από την έκθεση «Van Gogh Alive» στο Μέγαρο Μουσικής, όταν μας υποδέχθηκαν στον χώρο τους. Τους είχαν εντυπωσιάσει τα εκθέματα. Έβλεπαν ξανά τις φωτογραφίες που είχαν τραβήξει με τα κινητά τους τηλέφωνα και στο δωμάτιό του ένας εκ των φιλοξενουμένων ετοιμαζόταν να κρεμάσει αναμνηστική αφίσα με έργο του Ολλανδού ζωγράφου που είχε αγοράσει. «Όταν ήρθα στον ξενώνα, ξαλάφρωσα. Είχε φύγει από μέσα ένα άγχος», λέει ο 55χρονος Ανδρέας, ένας εκ των φιλοξενούμενων που δέχθηκε να μιλήσει στην «Κ» ζητώντας να μη δημοσιοποιηθεί το επώνυμό του. «Έχω αναγεννηθεί γιατί βρήκα μαξιλάρι, βρήκα μπάνιο, βρήκα μάτι κουζίνας να φτιάξω έναν καφέ». Το άγχος της μετάβασης Ο ξενώνας ξεκίνησε πρόσφατα τη λειτουργία του από την «Επάνοδο», νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύεται από το υπουργείο Δικαιοσύνης και έχει ως σκοπό την επαγγελματική κατάρτιση φυλακισμένων και αποφυλακισμένων, την οικονομική τους συμπαράσταση και την προετοιμασία της επανένταξής τους. Στο παρελθόν, μέχρι να δοθεί στην «Επάνοδο» η δυνατότητα να παράξει έργο μεσολάβησαν αρκετές χαμένες ευκαιρίες. Η σχετική διάταξη που προέβλεπε την ίδρυσή της χρονολογείται από το 1999, η έκδοση προεδρικού διατάγματος όμως -που ήταν απαραίτητο για τη λειτουργία της- καθυστέρησε μια τετραετία. Χρειάστηκε να περάσουν άλλα τρία χρόνια μέχρι το 2007 για να λειτουργήσει, καθώς απαιτήθηκε μία επιπλέον απόφαση του τότε υπουργού Δικαιοσύνης για τη συγκρότηση του διοικητικού της συμβουλίου. Η Έλλη Ανίτση, ψυχολόγος-εγκληματολόγος της δομής που παρακολουθεί τακτικά τους φιλοξενουμένους στο διαμέρισμα της «Επανόδου», εξηγεί τις δυσκολίες της μετάβασής τους. «Είναι μια περίοδος που ενέχει πάρα πολύ άγχος, φόβο και αγωνία για το τι θα επακολουθήσει, όπως και υψηλές προσδοκίες ότι αυτή τη φορά η ζωή κάποιου θα είναι διαφορετική», λέει. Το χρονικό διάστημα διαμονής στον ξενώνα διαμορφώνεται ανάλογα με την περίπτωση κάθε φιλοξενούμενου. Μετά την αποφυλάκιση, πέρα από την εξασφάλιση στέγης, άλλες σημαντικές προκλήσεις είναι η εύρεση εργασίας, η επανασύνδεση με την οικογένεια, η νέα δικτύωση στον έξω κόσμο. Σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχει φτωχό εργασιακό ιστορικό και χρειάζεται επιπλέον εκπαίδευση για να αποκτήσουν οι αποφυλακισμένοι γνώσεις και δεξιότητες. Από τον περασμένο Οκτώβριο έχουν περάσει από τον ξενώνα άλλοι δύο αποφυλακισθέντες. Η δομή απευθύνεται μόνο σε άνδρες, ενώ αποκλείονται οι χρήστες ουσιών και όσοι έχουν διαγνωσμένη βαριά ψυχιατρική νόσο, καθώς δεν μπορούν να καλυφθούν από το υπάρχον υποστηρικτικό πλαίσιο. Η κ. Ανίτση εξηγεί ότι προηγούνται δύο με τρεις εβδομάδες συμβουλευτικών συναντήσεων με τους ενδιαφερόμενους στην «Επάνοδο», διάστημα κατά το οποίο τους χορηγείται διαμονή σε ξενοδοχείο, μέχρι να κριθεί εάν μπορούν να μείνουν στον ξενώνα. Στόχος, όπως λέει η ψυχολόγος, είναι αυτό το μέρος να αποτελέσει ένα «ασφαλές πλαίσιο στην ανασφάλεια που βιώνουν οι άνθρωποι, προκειμένου να μπορέσουν να πάρουν με ψύχραιμο τρόπο αποφάσεις για τη ζωή τους». Το στοίχημα της επανένταξης Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης, την 1η Φεβρουαρίου 2018 το σύνολο των κρατουμένων στην Ελλάδα ήταν 10.036 άνθρωποι (στη συντριπτική πλειονότητα άντρες, καθώς οι γυναίκες ήταν μόνο 555). «Αυτό είναι το όριο αντοχής του ελληνικού σωφρονιστικού συστήματος, το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνουμε», λέει στην «Κ» ο γενικός γραμματέας Αντεγκληματικής Πολιτικής Ευτύχης Φυτράκης. Υπάρχουν ακόμη όμως φυλακές όπου έχει υπερκαλυφθεί η πληρότητα. Η πιο ακραία περίπτωση βάσει των διαθέσιμων στοιχείων είναι αυτή της Τρίπολης όπου οι κρατούμενοι είναι διπλάσιοι από τις διαθέσιμες θέσεις (106 κρατούμενοι για 53 θέσεις). Όπως εξηγεί ο κ. Φυτράκης, σκοπός των αρμοδίων υπηρεσιών είναι να ξεκινάει η επανένταξη ως διαδικασία μέσα από τον χρόνο κράτησης. Ως παράδειγμα φέρνει τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας που δημιουργήθηκαν στις φυλακές Κέρκυρας, Μαλανδρίνου, Νιγρίτας και Χανίων, αλλά και προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης που λειτούργησαν αλλού, όπως αυτό της εκπαίδευσης μαγείρων στις φυλακές Τρικάλων. Το επόμενο διάστημα πρόκειται να ξεκινήσει στον Δομοκό πρόγραμμα κατάρτισης για υδραυλικούς και ψυκτικούς. «Τα τελευταία χρόνια αντίστοιχες προσπάθειες εστίαζαν μόνο στην Αθήνα, δηλαδή στον Κορυδαλλό, και κατά δεύτερο λόγο στη φυλακή του Αυλώνα. Είχαν δημιουργηθεί φυλακές μεγάλες, των 600 ατόμων, όπως στη Νιγρίτα και στον Δομοκό, και δεν είχαν καμία δραστηριότητα», λέει ο κ. Φυτράκης. Στόχος, όπως προσθέτει, είναι μέσα από τον δημιουργικό χρόνο κράτησης να μειωθεί η υποτροπή των αποφυλακισμένων. Δράσεις όπως αυτές δεν καλύπτουν ακόμη το σύνολο των καταστημάτων κράτησης, ενώ οι μεγαλύτερες δυσκολίες προκύπτουν σε φυλακές όπου οι χώροι παραμένουν περιορισμένοι. Βάσει των επίσημων στοιχείων του υπουργείου Δικαιοσύνης, το 2014 αποφυλακίστηκαν 9.412 άνθρωποι (αριθμός που προέκυψε από την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας και βάσει αποσυμφορητικών διατάξεων). Αντιστοίχως, το 2016 έφτασαν τους 8.159 και πέρυσι (μέχρι τις 10 Νοεμβρίου) τους 7.158. «Δεν άδειασαν οι φυλακές, όπως τόσο υποκριτικά κάποιοι υποστηρίζουν. Έχουμε μια σταθερότητα στο σωφρονιστικό μας σύστημα. Κάθε μέρα έχουμε εισροές – εκροές. Κάθε μέρα αποφυλακίζονται άνθρωποι και παράλληλα ξεκινούν είτε προσωρινές κρατήσεις είτε φυλακίσεις», λέει ο κ. Φυτράκης. Ωστόσο, παρότι θα ήταν κρίσιμο εργαλείο στον σχεδιασμό πρακτικών επανένταξης, δεν υπάρχει ακόμη στην ελληνική πολιτεία καμία επίσημη μέτρηση για την υποτροπή πρώην κρατουμένων. Εάν υπήρχε μια συστηματική ανάλυση για το είδος των νέων αδικημάτων που διαπράττουν πρώην κρατούμενοι, τον χρονικό ορίζοντα μετά την απόλυσή τους μέχρι να στραφούν ξανά στην παρανομία και τους πιθανούς λόγους που τους οδηγούν πάλι στο έγκλημα, τότε οι όποιες παρεμβάσεις της πολιτείας κατά τη διάρκεια και μετά την κράτηση ενδεχομένως θα μπορούσαν να προσαρμοστούν αναλόγως. «Μια μελέτη σε βάθος χρόνου θα έδινε στοιχεία, θα ήταν πολύτιμη και είναι στις προθέσεις μας να κάνουμε κάτι αντίστοιχο», λέει ο κ. Φυτράκης. Στις ΗΠΑ πάντως, σε έρευνα για τις «περιστρεφόμενες πόρτες» των φυλακών προέκυψε ότι το 49,3% όσων αφέθηκαν ελεύθεροι (με αναστολή ή λήξη ποινής) το 2005 συνελήφθησαν ξανά για κάποιο αδίκημα μέσα στα επόμενα οκτώ χρόνια. Το πρώτο βήμα «Η φυλακή είναι και αυτή μια κοινωνία», λέει ο κ. Ανδρέας. «Δυόμισι χρόνια αυτός ήταν ο κύκλος μου. Δεν ξέρεις όμως τι μπορεί να κρύβει πίσω του κάποιος ή πού μπορείς να ξαναμπλέξεις. Δεν έχω κουράγιο για άλλη φυλακή, είμαι ήδη εξαντλημένος». Μετά την αποφυλάκισή του, προτού βρεθεί στον ξενώνα της «Επανόδου» δοκίμασε άλλες λύσεις. Έμεινε δύο βραδιές σε ξενοδοχείο και έπειτα σε σπίτι πρώην συγκρατούμενού του, στο ίδιο δωμάτιο με την 88χρονη μητέρα του. Τους ήταν ευγνώμων. Σταδιακά έμαθε να εκτιμά την αξία απλών πραγμάτων, όπως μιας απογευματινής βόλτας. Προσπαθούσε να βρει σκόρπια μεροκάματα σε ταβέρνες, αλλά γρήγορα προέκυψε η ανάγκη δικού του χώρου. Τον απέκτησε στον ξενώνα. «Εδώ υπάρχει το δωμάτιό σου. Μπορείς να κλειστείς, να σκεφτείς», λέει. Έχει συμπληρώσει δύο μήνες σε αυτόν τον χώρο. Το χρονικό όριο της διαμονής προσδιορίζεται ανάλογα με την κάθε περίπτωση και εφόσον προκύψει ανάγκη μπορεί να παραταθεί. Ωστόσο, κάθε αποφυλακισμένος γνωρίζει ότι αυτή θα είναι μια βραχυπρόθεσμη κατάσταση. «Δεν θα είμαι μόνιμα εδώ», λέει ο κ. Ανδρέας. «Δεν ξέρω τι θα γίνει στο μέλλον. Αλλά δεν ξέρω και τι θα έκανα αν δεν υπήρχε αυτό το δωμάτιο».